Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2015

ΚΙΡΑΝΑ- Η χώρα του αλλού - 4ο μέρος - Η λουλουδοχώρα

4ο μέρος 

                                                Η λουλουδοχώρα 


- Που είναι η χώρα του Σεμπίν Μοκίρ; τον ρώτησε η Κίρα.
Ο Μοκίρ χαμογέλασε.
- Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει φίλη μου η χώρα του Σεμπίν. Αυτή τη στιγμή υπάρχει μόνο το άρμα του Μοκίρ και….
Τράβηξε τα χαλινάρια με ένα περίεργο τρόπο. Το άρμα πήρε μια ανοδική πορεία και αμέσως μετά άρχισε να κατεβαίνει προς τα κάτω με απίστευτη ταχύτητα κάνοντας διαδοχικές στροφές. Ο Μοκίρ έλεγε και ξανάλεγε,
- Αυτή τη στιγμή υπάρχει μόνο ο Μοκίρ και το άρμα του...
Και ανάμεσα στις τρέλες του και στο γέλιο του έμπαινε και το τραγούδι του....στη χώρα του Σεμπίν σε πάει η φαντασία. Τη φαντασία θα τη βρεις εκεί που δεν υπάρχει φόβος. Τη φαντασία θα τη βρεις στη χώρα του Σεμπίν... αγάπη μου Κιράνα, στην άκρη του αλλού, εσύ κι εγώ μαζί, ταξιδιώτες του λευκού....»
- Κοιτάξτε να ευχαριστηθείτε το άρμα του Μοκίρ γιατί σε αυτό το άρμα ανεβαίνετε μόνο μια φορά. Δεν πρόκειται να ξανανεβείτε ποτέ. Κοιτάξτε να το ευχαριστηθείτε. Κοιτάξτε γύρω σας. Αυτό θα το δείτε μόνο μια φορά στη ζωή σας. Δεν το βλέπει ο καθένας...
Δεν υπήρχε αέρας να τους παίρνει τα μαλλιά, δεν υπήρχαν σπίτια ούτε και άνθρωποι. Ένα λευκό φως συνόδευε το άρμα, σε αυτό το λευκό φως τα άλογα κάλπαζαν. Ταξιδιώτες στο χρώμα του λευκού, είχε πει ο γέρος στην Κίρα θα είναι το ταξίδι με το άρμα του Μοκίρ. Ταξιδιώτες στο χρώμα του λευκού και ο γέρος στην παραλία είχε απαντήσει ότι τον έλεγαν ταξιδιώτη. Τα αστέρια γύρω από το λευκό φως άρχισαν να παίρνουν διάφορα σχήματα, διάφορα χρώματα.
- Κοίτα, κοίτα Κοράν, ένα αστέρι που μοιάζει με τριαντάφυλλο και ένα άλλο με κολοκύθα, κοίτα και εκείνο που χορεύει, φώναξε η Μάλι.
- ουάου, ουάου!! έκανε ο Λίνος - Αυτό και αν είναι απίστευτο. Ένα αστέρι που δεν μπορώ να προσδιορίσω με τι μοιάζει. Κοιτάξτε το…
Τα παιδιά κοίταξαν προς την κατεύθυνση που έδειχνε με το δάκτυλό του ο Λίνος.
- Μου μοιάζει με λιοντάρι, φώναξε η Κίρα.
- Όχι, όχι με στρουθοκάμηλο, βιάσθηκε να διορθώσει ο Κοράν.
- Εγώ βλέπω τέσσερα κεφάλια, είπε ο Ανος.
- Δεν είναι τίποτε από όλα αυτά που λέτε, τους είπε χαμογελώντας ο Μοκίρ και συνέχισε. «Αυτό το αστέρι το λέμε Σάγκι στη χώρα του Σεμπίν. Είναι ένα μαγικό αστέρι που στη χώρα του Σεμπίν έχει πολύ μεγάλη σημασία. Ποτέ δεν έχει το ίδιο σχήμα. Κάθε φορά παίρνει ένα διαφορετικό σχήμα και οι άνθρωποι στη χώρα του Σεμπίν, ανάλογα με το σχήμα που το Σάγκι παίρνει κλαίνε ή γελάνε.»
- Κλαίνε ή γελάνε; Γιατί αυτό; Τι είναι το Σάγκι; τον ρώτησε η Μάλι.
- Από εκεί που έρχεστε δεν μπορείτε να καταλάβετε πως λειτουργεί το Σάγκι. Αλλά μιας και θέλετε να το δείτε από κοντά, ας αλλάξουμε λίγο πορεία. Δεν αξίζει να φτάσετε στη χώρα του Σεμπίν αν δεν δείτε το Σάγκι από κοντά.
Ο Μοκίρ σήκωσε το αριστερό του χέρι και φώναξε…
- Σάβιρα καρούς σεμίλ. Σάγκι, Σάγκι καφούρ χερόβ.
Ξαφνικά το λευκό φως άλλαξε πορεία και τα άλογα καλπάζοντας πάνω του στράφηκαν στην καινούργια του κατεύθυνση που πήγαινε κατευθείαν στο Σάγκι. Όσο πλησίαζαν, το λευκό φως έπαιρνε ένα κόκκινο χρώμα και τελικά όταν έφτασαν κοντά, ένα περίεργο κόκκινο κύτταρο που ανέπνεε πήρε τη μορφή ενός προσώπου που χαμογελούσε και άνοιξε το τεράστιο στόμα του όπου το άρμα χώθηκε μέσα. Μια δίνη άρχισε να παρασύρει το άρμα και αυτό περιστρεφόταν όλο και πιο γρήγορα, όλο και πιο γρήγορα και ακολουθούσε περιστροφικά τη δίνη που ήταν μια τεράστια κόκκινη άβυσσος χωρίς όμως κανένας να ζαλίζεται και χωρίς κανένας να κινδυνεύει να πέσει από το άρμα.
Και ο Μοκίρ συνεχώς φώναζε…
- Σάγκι, Σάγκι καφούρ χερόβ, Σάγκι, Σάγκι καφούρ χερόβ…
Σε κάποια στιγμή η δίνη σταμάτησε και το άρμα άρχισε να κόβει ταχύτητα. Ένα βαθύ κόκκινο χρώμα ήταν γύρω τους και από κάτω κίτρινοι καταρράκτες έτρεχαν πάνω σε λευκά λειβάδια. Δεν υπήρχαν ζώα ή άνθρωποι, παρά μόνο τα κίτρινα νερά, τα λευκά λειβάδια και λουλούδια, πανέμορφα λουλούδια που όμοιά τους δεν είχαν ξαναδεί ποτέ. Τα λουλούδια χαμογελούσαν και χόρευαν και άπλωναν χέρια και χάιδευαν το ένα το άλλο και έκαναν διάφορα περίεργα πράγματα. Τα παιδιά είχαν χαζέψει με αυτή τη μαγεία.
- Αυτό είναι το Σάγκι. Ένα αστέρι, γεμάτο νερά, λευκά λειβάδια και πολλά λουλούδια που χαίρονται. Είναι το αστέρι της χαράς και όταν χαμογελάει οι άνθρωποι στη χώρα του Σεμπίν είναι ευτυχισμένοι και όταν κλαίει οι άνθρωποι στη χώρα του Σεμπίν κλαίνε…
- Γιατί μπορεί να κλαίει αυτό το αστέρι Μοκίρ; τον ρώτησε ο Κοράν.
- Γιατί κάποιο από αυτά τα λουλούδια μπορεί να χτυπήσει ένα άλλο αντί να το χαϊδέψει και τότε το Σάγκι πονάει γιατί κάθε λουλούδι που είναι μέσα του το αγαπάει και δεν μπορεί να αντέξει τον πόνο που προκαλεί το ένα λουλούδι στο άλλο. Για αυτό, όλα αυτά τα λουλούδια είναι τα παιδιά του και είναι μέσα του και τους έχει δώσει πολύ νερό και πολύ χαρά και λευκά λειβάδια για να μπορούν να χαίρονται και να αγαπιούνται μεταξύ τους και κάθε φορά που ένα λουλούδι χτυπάει ένα άλλο το Σάγκι πονάει.
- Και γιατί συμβαίνει αυτό Μοκίρ; τον ρώτησε ο Ανος.
- Γιατί κάθε λουλούδι εδώ αντιστοιχεί σε έναν άνθρωπο στη χώρα του Σεμπίν. Κάθε φορά που ένας άνθρωπος γεννιέται στη χώρα του Σεμπίν ένα λουλούδι φυτρώνει στο Σάγκι και κάθε φορά που ένας άνθρωπος πεθαίνει στη χώρα του Σεμπίν ένα λουλούδι χάνεται από το Σάγκι. Αλλά αυτό είναι φυσιολογικό. Όταν όμως ένας άνθρωπος στη χώρα του Σεμπίν μαλώνει με κάποιον άλλο το αντίστοιχο λουλούδι του χτυπάει το λουλούδι του άλλου ανθρώπου και το Σάγκι πονάει και κλαίει. Τότε όσοι βλέπουν το Σάγκι ξέρουν ότι κάπου κάποιοι άνθρωποι μαλώνουν και στενοχωριούνται. Προσπαθούν να τους βρουν και όταν σταματήσει ο καυγάς το Σάγκι πάλι ξαναχαμογελάει και οι άνθρωποι στη χώρα του Σεμπίν είναι ευτυχισμένοι. Αυτό το αστέρι, το Σάγκι, είναι η μητέρα και ο πατέρας της χώρας του Σεμπίν. Χωρίς αυτό το αστέρι η χώρα του Σεμπίν δεν υπάρχει. Και τώρα που σας το έδειξα ώρα να φύγουμε για τον προορισμό μας.
Έπιασε δυνατά τα ηνία του άρματος και φώναξε…
- Σάβιρα ανακαρούς σεμίλ. Σάγκι, Σάγκι καφούρ χερόβ.
Το άρμα έκανε απότομα στροφή, τα άλογα άρχισαν να καλπάζουν και η περίεργη δίνη ξαναπήρε το άρμα στην περιστροφή της. Χωρίς να το καταλάβουν βρέθηκαν έξω από το Σάγκι και φεύγοντας τα παιδιά έριξαν μια ματιά πίσω τους. Το πανέμορφο Σάγκι χαμογελούσε. Στη χώρα του Σεμπίν οι άνθρωποι ήταν μονιασμένοι μεταξύ τους. Το άρμα του Μοκίρ συνέχισε την πορεία του στο λευκό φως και τα αστέρια γύρω τους, τους συνόδευαν στο ταξίδι τους αυτό. Κάποια στιγμή ένα τραγούδι ακούσθηκε από κάπου.
- Τι είναι αυτό το τραγούδι Μοκίρ; ρώτησε η Κίρα.
- Ένα τραγούδι. Έρχεται από τη χώρα του Σεμπίν. Πλησιάζουμε στη χώρα του Σεμπίν και αυτή είναι η στιγμή της, για να τη δείτε. Οι άνθρωποι εκεί ξέρουν ότι έρχεστε, ξέρουν ότι ψάχνετε για την Κιράνα και έχουν ετοιμάσει την υποδοχή σας. Σας υποδέχονται τραγουδώντας γιατί είναι η πρώτη φορά που κάποιοι ξένοι έρχονται στη χώρα του Σεμπίν. Κανείς δεν έχει έρθει εδώ όσα χρόνια εγώ οδηγάω αυτό το άρμα.
- Πόσα χρόνια οδηγάς αυτό το άρμα Μοκίρ; ρώτησε ο Κοράν.
Ο Μοκίρ χαμογέλασε.
- Νομίζω ότι σήμερα κλείνω μια απειρότητα.
- Μια απειρότητα; ρώτησαν όλοι.
- Ναι, μια απειρότητα. Έτσι μετράμε εμείς το χρόνο εδώ. Με την απειρότητα. Σήμερα κλείνω μια απειρότητα.
- Και πόσα χρόνια είναι αυτή η απειρότητα; τον ρώτησε ο Κοράν.
- Άπειρα, άπειρα χρόνια.
Ο Μοκίρ χαμογέλασε και ξανάρχισε το σκοπό του « «...στη χώρα του Σεμπίν σε πάει η φαντασία. Τη φαντασία θα τη βρεις εκεί που δεν υπάρχει φόβος. Τη φαντασία θα τη βρεις στη χώρα του Σεμπίν... αγάπη μου Κιράνα, στην άκρη του αλλού εσύ κι εγώ μαζί ταξιδιώτες του λευκού....»
Τα παιδιά κοίταξαν το ένα το άλλο και χαμογέλασαν. Σε λίγο άρχισε να φαίνεται η χώρα του Σεμπίν. Το άρμα έκανε μια ελαφριά βουτιά προς τα κάτω και το λευκό φως άρχισε να εξαφανίζεται σιγά, σιγά. Το άρμα είχε πάρει το δρόμο της προσγείωσης. Μια κουκίδα πολύ μικρή, πολύ μικρότερη από το άρμα φαινόταν να πλησιάζει ολοένα και προς το μέρος τους.
- Αυτή είναι η χώρα του Σεμπίν Μοκίρ; αυτή η κουκίδα;
- Αυτή ακριβώς καλή μου φίλη.
- Μα δεν χωράμε σε αυτή την κουκίδα Μοκίρ, πως θα μπούμε εκεί; συνέχισε η Κίρα.
- Μην βιάζεσαι καλή μου φίλη γιατί σε λίγα δευτερόλεπτα κατά το δικό σας χρόνο και σε μέρος απειρότητας κατά το δικό μου χρόνο όλα θα αλλάξουν και δεν πρόλαβα να το πω και…
Ξαφνικά αυτή η κουκίδα άρχισε να μεγαλώνει και σε λίγες στιγμές, για την ακρίβεια σε μια στιγμή, μπροστά τους ανοίχθηκε ένα τεράστιο καταγάλανο πέλαγος, τα πιο όμορφα γαλάζια νερά που είχαν δει ποτέ και πετώντας πάνω από αυτό, στο βάθος φάνηκε μια πανέμορφη πόλη με καταπράσινα βουνά, δέντρα, λουλούδια, και γραφικά σπίτια από πλαστελίνη. Όσο πλησίαζε το άρμα, τόσο η όμορφη πόλη γινόταν ακόμα ομορφότερη στα μάτια τους. Αυτοκίνητα δεν υπήρχαν, ζώα δεν υπήρχαν, μόνο δέντρα, λουλούδια και πράσινο. Ούτε γράμματα υπήρχαν, ούτε αριθμοί, ούτε ταμπέλες, ούτε πινακίδες, ούτε τίποτα από όλα όσα γνώριζαν ότι συνοδεύουν τη ζωή των ανθρώπων στις πόλεις. Και όλοι οι άνθρωποι που τους περίμεναν ήταν ίδιοι. Πολλοί ίδιοι άνθρωποι. Όλοι είχαν δυο κεφάλια σε ένα σώμα, ένα κεφάλι ανδρικό και ένα γυναικείο. Για την ακρίβεια, τα παιδιά πρόσεξαν πως ήταν μόνο ένα κεφάλι που από τη μια του πλευρά ήταν ανδρικό και από την άλλη γυναικείο στο ίδιο σώμα. Το κεφάλι γύριζε και πότε μιλούσε ο άνδρας και πότε η γυναίκα. Και ήταν όλα ίδια.
Το άρμα προσγειώθηκε και τότε ένας άνθρωπος τους πλησίασε και τους έτεινε το χέρι του.
- Καλώς ήρθατε στη χώρα του Σεμπίν. Είμαι ο Σεμπίν και σας περιμέναμε από την ώρα που έφυγε ο Μοκίρ με το άρμα του. Είστε οι πρώτοι ταξιδιώτες που έρχεστε στη χώρα μας και είμαστε πολύ χαρούμενοι για αυτό. Να σας γνωρίσω και τους υπόλοιπους κατοίκους της χώρας μας.
Ο Σεμπίν προχώρησε μπροστά και έκανε ένα νεύμα. Τα παιδιά τον ακολούθησαν και ο Σεμπίν άρχισε τις συστάσεις.
- Από δω ο Σεμπίν, η Σεμπίν, ο Σεμπίν, η Σεμπίν... και μετά από λίγο τα παιδιά χαμογέλασαν. Σε αυτή τη χώρα όλους τους έλεγαν Σεμπίν. Για την ακρίβεια κάθε ανδρικό κεφάλι ήταν ο Σεμπίν και κάθε γυναικείο κεφάλι ήταν η Σεμπίν. Τότε οι συστάσεις σταμάτησαν και ο Σεμπίν που τους είχε συστηθεί, χαμογελώντας, τους είπε.
- Δεν χρειάζεται να προχωρήσω τις συστάσεις. Καταλάβατε. Εδώ κάθε ένας είναι Σεμπίν.
- Όπως το είπε ο γέρος, ψιθύρισε η Κίρα και συνέχισε μετά από μια μικρή παύση. «Μια περίεργη χώρα που όμοιά της δεν υπάρχει πουθενά.»
- Κύριε Σεμπίν, τι θα κάνουμε εμείς εδώ τώρα; τον ρώτησε η Μάλι.
- Μα φυσικά θα ξεκινήσετε, ή μάλλον θα συνεχίσετε το ταξίδι σας. Εδώ είναι ο πρώτος σας σταθμός. Τα υπόλοιπα τα γνωρίζετε.
Οι Σεμπίν χαμογέλασαν και αφού τους χαιρέτησαν κίνησαν για τις δουλειές τους. Οι δουλειές τους, στην πραγματικότητα, ήταν να πάνε στα σπίτια τους. Μόλις μπήκαν όλοι στα σπίτια τους, ξαφνικά, κάθε σπίτι άρχισε να κινείται και να μεταλλάσσεται σε λουλούδι, όμοιο λουλούδι με εκείνο που υπήρχε στο Σάγκι. Ξαφνικά η χώρα του Σεμπίν έγινε ένας απέραντος λουλουδότοπος, με καταπράσινα δέντρα και μια βαθειά γαλάζια θάλασσα γύρω της. Δεν υπήρχε τίποτε άλλο. Ακόμα και το άρμα του Μοκίρ είχε εξαφανισθεί και ο ίδιος ο Μοκίρ. Τα παιδιά βρέθηκαν μόνα τους μέσα σε αυτό τον απέραντο λουλουδότοπο. Κοίταξαν προς τα πάνω. Δεν υπήρχε γαλάζιος ουρανός αλλά ένα απέραντο λευκό. Όχι σύννεφο, ένας λευκός ουρανός. Κοιτάχθηκαν μεταξύ τους.
- Και τώρα τι κάνουμε; ρώτησε ο Λίνος.
- Ο γέρος είπε ότι από τη χώρα του Σεμπίν ξεκινάει το ταξίδι για την Κιράνα. Είπε πως ότι χρειαζόμαστε για τη συνέχεια θα το βρούμε εδώ, απάντησε η Κίρα.
Ο Κοράν έκανε ένα νόημα με το χέρι του. Κάτι έδειξε. Πάνω σε ένα βουνό υπήρχε κάτι που άστραφτε. Κάτι κόκκινο, σαν ένας φάρος, σαν ένα μικρό αστέρι που είχε προσγειωθεί στην κορυφή του βουνού. Κάτι σαν κάλεσμα. Το αισθάνθηκαν όλοι, αλλά για να φτάσουν εκεί έπρεπε να περάσουν μέσα από το λουλουδότοπο και δεν υπήρχε δρόμος. Θα έπρεπε να πατήσουν τα λουλούδια και αυτή η σκέψη δεν τους άρεσε.
- Δεν γίνεται αν δεν δοκιμάσουμε, είπε ο Ανος.
Συμφώνησαν και δειλά, δειλά προχώρησαν προς το λουλουδότοπο. Δίστασαν να πατήσουν το πρώτο λουλούδι αλλά μόλις ο Κοράν έκανε το πρώτο βήμα το λουλούδι τραβήχτηκε στην άκρη και ένας δρόμος άρχισε να ανοίγει. Ένας λευκός δρόμος που οδηγούσε κατευθείαν στην κορυφή του βουνού όπου υπήρχε το κόκκινο φως. Άρχισαν να ανεβαίνουν το δρόμο αυτό και όταν έφτασαν εκεί που τελείωνε ο λουλουδότοπος το τελευταίο λουλούδι άρχισε να κινείται και να μεταλλάσσεται σε Σεμπίν. Κοίταξαν πίσω τους και είδαν πάλι τη χώρα του Σεμπίν όπως την είχαν δει την πρώτη φορά. Και τους Σεμπίν να τους χαιρετούν χαμογελώντας. Τα λουλούδια είχαν γίνει πάλι Σεμπίν, τα σπίτια είχαν πάρει πάλι την αρχική τους μορφή και το άρμα του Μοκίρ ήταν ακριβώς εκεί όπου είχε προσγειωθεί. Ο Μοκίρ τους χαιρετούσε. Στάθηκαν για μια στιγμή γιατί ήθελαν να κρατήσουν αυτή την εικόνα χαραγμένη βαθειά μέσα στη μνήμη τους για τη συνέχεια του ταξιδιού τους. Ένας Σεμπίν πέταξε προς το μέρος τους. Ξαφνιάστηκαν, εκεί οι άνθρωποι πετούσαν κιόλας.
- Για να βρείτε την Κιράνα θα πρέπει να περάσετε πρώτα από το δάσος του Ηλ. Δεν μπορείτε να φτάσετε στην Κιράνα αν δεν περάσετε από το δάσος του Ηλ. Το δάσος του Ηλ βρίσκεται πίσω από αυτό το βουνό.
Τους έδειξε το κόκκινο φως. Μετά ξαναπέταξε πίσω χαμογελώντας και τραγουδώντας «Μόνο αν ξεχάσω ότι ξέρω, θα βρω αυτό που δεν γνωρίζω. Όμορφη Κιράνα, βασίλισσα του αλλού, εγώ κι εσύ ταξιδιώτες στο χρώμα του λευκού...» Έμοιαζε με το τραγούδι του Μοκίρ αλλά δεν ήταν ίδιο. Κίνησαν προς το φως. Όσο πλησίαζαν, το κόκκινο φως άρχισε να γίνεται λευκό.
Όταν έφτασαν ακριβώς μπροστά του μια φιγούρα, μια παιδική φιγούρα ντυμένη σε ένα κατάλευκο χιτώνα τους περίμενε. Ήταν ένα όμορφο κοριτσάκι στην ηλικία τους και στο λαιμό της είχε ένα λευκό περιδέραιο από πέτρες που δεν τις είχαν ξαναδεί. Στο δεξί της χέρι είχε ένα λευκό βραχιόλι από δέρμα. Τους χαμογέλασε.


- Είμαι η Νιρβάνα και θα σας οδηγήσω στο δρόμο για το δάσος του Ηλ. Ακολουθείστε με.

(συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου